Από το 2013 μέχρι και σήμερα, οι Black Star Riders κυκλοφορούν νέο άλμπουμ τις μονές χρονιές και περιοδεύουν. Παράλληλα, όποτε υπάρχει κάποια «ειδική περίσταση», βγαίνουν στον δρόμο και ως Thin Lizzy, έτσι για να υπάρχει ποικιλία!

Θυμίζουμε ότι στους Black Star Riders είναι ο κιθαρίστας Scott Gorham, ο οποίος μετείχε στους Thin Lizzy από το Nightlife (1974) μέχρι και την τελευταία στούντιο κυκλοφορία τους Thunder Αnd Lightning (1983). Από το 1996 και μετά, ο Gorham πήρε μέρος σε διάφορες εκδοχές του θρυλικού γκρουπ, μέχρι που το 2010 αποφάσισε να πάρει και τα ηνία, όταν ανακοίνωσε ότι ο Ricky Warwick (ex-Almight) θα αναλάβει τα φωνητικά. Ευτυχώς, η σκέψη να κυκλοφορήσουν νέα δουλειά με το όνομα Thin Lizzy εγκαταλείφθηκε γρήγορα, με αποτέλεσμα να «γεννηθούν» οι Black Star Riders, η τωρινή σύνθεση των οποίων αποτελείται από τους Ricky Warwick (φωνή/κιθάρα), Scott Gorham (κιθάρα), Damon Johnson (κιθάρα, ex-Brother Cane, Alice Cooper), Robbie Crane (μπάσο, ex-Vince Neil Band, Ratt) και μέχρι πρότινος τον Jimmy DeGrasso (ντραμς, ex-Alice Cooper, Megadeth, Ratt).

Ακούγοντας τώρα το Heavy Fire, καταλαβαίνεις γρήγορα ότι δεν διαφέρει και πολύ από τα 2 προηγούμενα άλμπουμ τους. Καταρχήν στην παραγωγή βρίσκεται και πάλι ο Nick Raskulinecz (Rush, The Foo Fighters, Mastodon), μαζί με τον οποίον είχαν δουλέψει και στο The Killer Instinct (2015). Μάλιστα το συγκρότημα είχε ετοιμάσει 20 τραγούδια, αλλά –μετά τις παραινέσεις του Raskulinecz– κυκλοφόρησαν μόνο τα 11 και νομίζω ότι καλά έκαναν. Η «αύρα» των Thin Lizzy είναι φυσικά διάσπαρτη, ειδικά σε κομμάτια όπως τα “Dancing With The Wrong Girl" και "Testify Or Say Goodbye". Για τα οποία δεν είναι τυχαίο ότι έχουν γυριστεί και βιντεοκλίπ, για να θυμίσουν σε όλους ότι οι Black Star Riders αποτελούν τη συνέχειά τους.
 
Από εκεί και πέρα το άλμπουμ διαθέτει τις μικρές του λεπτομέρειες, που το κάνουν ενδιαφέρον. Στο "When The Night Comes In" και στο "Ticket Τo Rise", λ.χ., έχουμε δεύτερα φωνητικά από τις Wendy Moten, Gale Mayes & Drea Rhenee, που δίνουν μια gospel αισθητική. Τα ντραμς πάλι και το intro στο "Thinking About You Could Get Me Killed" θυμίζουν λίγο Guns N’ Roses, ενώ το “Fade” θα μπορούσε να κυκλοφορούσε και σε κάποιο από τα προσωπικά άλμπουμ του Warwick –ο δε Gorham κάνει αισθητή την παρουσία του με τις πινελιές του σε δισολίες, όπως π.χ. στο “Heavy Fire”. Σε σχέση τώρα με το παρελθόν, το 90% αυτής της δουλειάς είναι γραμμένο από τους Warwick & Johnson· ίσως να πρόκειται για σημάδι ότι θέλουν σιγά-σιγά να απομακρυνθούν από τον ήχο των Thin Lizzy, μένοντας πιο κοντά στα ακούσματα του δημιουργικού διδύμου.

Τα 44 λεπτά διάρκειας του Heavy Fire περνούν ευχάριστα, ιδιαίτερα εάν έχεις δίπλα σου μια Guinness ή ένα καλό ιρλανδέζικο ουίσκι. Για τον Ricky Warwick είναι η καλύτερή τους κυκλοφορία, καθώς θεωρεί ότι είναι η πρώτη τους ουσιαστική δουλειά που αποδεικνύει ότι η μπάντα διαθέτει ταυτότητα, αντί να καταγράφεται απλά ως μία περίπτωση που παίζει μερικά δικά της τραγούδια και αρκετά των Thin Lizzy. Σε όποιον άρεσαν λοιπόν οι προηγούμενοι δίσκοι, αλλά και σε όποιον λογίζεται ως οπαδός των Thin Lizzy, θα αρέσει κι αυτό το άλμπουμ. Άλλωστε ο Phil Lynott νομίζω θα ενέκρινε τραγούδια όπως τα “Dancing With The Wrong Girl" και "Testify Or Say Goodbye”…

{youtube}SvcNNeiMl90{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured