Σε άλλες περιπτώσεις, αντίστοιχες κυκλοφορίες δέχονται τη χλεύη των μουσικογραφιάδων ως απομεινάρια της ουσιαστικής συνθετικής διαδικασίας ενός κανονικού δίσκου, ενώ το κοινό συνήθως αποδέχεται ως κάτι δεδομένο την αποτυχία (αστοχία) του υλικού και προσπερνά. Στον κόσμο όμως του Steven Wilson –όπου η διαδικασία σύνθεσης μουσικής είναι μια αδιάκοπη λούπα, η οποία κρατάει πάρα πολλά χρόνια– τα αποτελέσματα που παράγονται κατά καιρούς ως «απόνερα» της βασικής δομής των άλμπουμ, είναι εξαιρετικά. Ας θυμηθούμε τα τρομερά και φοβερά bonus tracks των Porcupine Tree στις CD επανακυκλοφορίες των 1990s δίσκων τους ή το κλασικό τους πλέον Nil Recurring EP του 2007.

Το ΕΡ έρχεται λοιπόν να ολοκληρώσει τη φάση των ηχογραφήσεων για το The Raven That Refused to Sing (And Other Stories) του 2013 και για το περσινό Hand.Cannot.Erase και μάλιστα με τρόπο που επιβεβαιώνει ότι ο δημιουργός έπραξε αλάνθαστα στην επιλογή των τραγουδιών που θα συμπεριλάμβανε στα full-lengths.

Χωρίς αυτό το τελευταίο να σημαίνει ότι το υλικό του 4½ δεν διαθέτει ποιότητα, γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι δεν εξυπηρετεί το όραμα των προσωπικών κυκλοφοριών του Wilson. Με λιγότερους πειραματισμούς και γλυκανάλατες μελωδίες ("My Book Οf Regrets", "Happiness III"), αλλά και με πολύ όψιμους Porcupine Tree σε πρώτο πλάνο ("Vermillioncore"), γρήγορα καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι τα 5+1 κομμάτια του ΕΡ δεν ήταν αρκετά περιεκτικά για τα δεδομένα της υψηλής αισθητικής του The Raven That Refused to Sing (And Other Stories) ή σημαντικά φορτισμένα για το βαρύ κλίμα του Hand.Cannot.Erase.

Στις instrumental αποχρώσεις του EP μπορούμε επίσης να βρούμε το στοιχειωμένο “Year Οf Τhe Plague”, το οποίο θα μπορούσε να ντύνει κάποια ταινία εποχής του BBC –όχι σπουδαία πράγματα, δηλαδή– και το πραγματικά αξιόλογο "Sunday Rain Sets In", που θυμίζει αρκετά τις πρόσφατες φιλοπρόοδες προσπάθειες του κολλητού Mikael Åkerfeldt (Opeth). Ευχάριστη έκπληξη αποτελεί η επανηχογράφηση του "Don’t Hate Me" (από το Stupid Dream των Porcupine Tree, 1999), η οποία αποδίδει την πρόσφατη live υπόσταση της σύνθεσης, με τον Wilson να ντουετάρει επιτυχημένα με τη Ninet Tayeb.

Μπορεί επομένως η σφραγίδα ποιότητας «Steven Wilson» να μοστράρεται φαρδιά-πλατιά (και) στη συγκεκριμένη κυκλοφορία, όμως αυτή τη φορά πιο πολύ λειτουργεί σαν προωθητική ενέργεια, παρά σαν επικύρωση κάποιας πραγματικής καλλιτεχνικής αξίας.

{youtube}gn8qvgUeSmQ{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured