Πρέπει να αναγνωριστεί στους Mechanimal ότι δεν στέκονται ακίνητοι. Μπορεί από το ντεμπούτο τους (2012) να μην έχουν απαραίτητα προχωρήσει –ούτε και πισωγύρισμα έχουν κάνει, βέβαια– όμως φροντίζουν με μικρά πλάγια βήματα να μετακινούνται, αλλάζοντας λίγο ή πολύ τις αναλογίες των συνιστωσών της τέχνης τους. Έτσι, κάθε επόμενη φορά καταθέτουν κάτι έστω οριακά διαφορετικό, όπως συμβαίνει και τώρα, στο 3ο τους άλμπουμ.

Όλο αυτό θα πρέπει να πιστωθεί στον Γιάννη Παπαϊωάννου, τον ιθύνοντα νου του «μηχανικού τέρατος». Ο οποίος φαίνεται να διέκρινε πως μετά το Secret Science (2014) θα ήταν πολύ δύσκολο για το γκρουπ να παρουσιάσει κάτι ουσιαστικό εξερευνώντας και πάλι το κλειστοφοβικό αστικό πεδίο. Πολύ σωστά, επομένως, αποφάσισε να αναζητήσει αλλού διεξόδους: σε τοπία απαλλαγμένα από ανθρώπινες επεμβάσεις, εκεί όπου η αναμέτρηση με τα μεγέθη της Φύσης αναπροσαρμόζει τα ανθρώπινα μέτρα.

Μακράν από το να αντιλαμβάνονται την «εξοχή» ως κάτι εντελώς ξένο από τον πολιτισμό, οι Mechanimal δεν το γυρίζουν ξαφνικά σε τίποτε χιπισμούς και διάφορες άλλες «καθαρολογικές» (ή κουραφεξολογικές, καλύτερα) πρακτικές. Αντίθετα, η όλη εμπειρία της απομάκρυνσής τους από τη μεγαλούπολη τούς οδηγεί σε αναπροσαρμογή του ήχου, καθώς και σε ένα άνοιγμα προς πιο «φωτεινά» και «ανοιχτά» συχνοτικά περιεχόμενα. Κι επειδή η Αρχέγονη Μήτρα, το προαιώνιο θηλυκό στοιχείο, είναι ο αυτόματος συνειρμός για όλα τα παραπάνω, η επιλογή της συνεργασίας με την Ελένη Τζαβάρα –πρώην Film, Etten– μοιάζει να υπηρετεί διττό σκοπό: το συμβολικό, μετά του ωφελίμου.

Οι «τροποποιημένοι» Mechanimal φτιάχνουν λοιπόν έναν αναλόγως τροποποιημένο δίσκο. Ένα άλμπουμ-διαδρομή, που δεν αποκαλύπτει από την αρχή τα δυνατά του χαρτιά, αλλά αντιθέτως χτίζει σταδιακά το momentum, το κορυφώνει κάπου στη μέση και μετά το διαθλά προς διάφορες κατευθύνσεις. Καρδιά του «θηρίου» είναι το “Radio On”, ένα τραγούδι που μέχρι και για χιτ θα έκανε σε μια άλλη χώρα, σε μια άλλη εποχή. Εκατέρωθεν αυτού υπάρχουν πιο «ταπεινές» μα οπωσδήποτε άξιες συνθέσεις, όπως το εναρκτήριο “Sunlight” ή το “Ferrum” (το ένα εκ των δύο ορχηστρικών που θα βρείτε αποκλειστικά στην ψηφιακή εκδοχή της δουλειάς).

Ακούγοντας το ΔΠΔ, θα ήταν άδικο να μην πεις «πάλι τα κατάφεραν οι Mechanimal». Γιατί, πράγματι, έχει γίνει πολλή και καλή δουλειά στο πώς ακούγονται όλα στην ηχογράφηση. Δικαιούσαι όμως (και πρέπει) να προβληματιστείς. Για το πώς κάποιες φορές πιάνεις τον εαυτό σου μετέωρο, να μη βρίσκει από κάπου να πιαστεί –στο “Thistlemilk” π.χ. Ή για τον τρόπο με τον οποίον η ακαταπόνητη ρυθμολογία και η κιθαριστική «φουσκοθαλασσιά» που στήνουν οι Τάσος Νικογιάννης & Κώστας Ματιάτος παίζουν κάποιες φορές η καθεμιά στον δικό της κόσμο, χωρίς να συναντιούνται κάπου με δημιουργικό τρόπο. Αλλά και για τους στίχους, που μοιάζουν λες και θέλουν να μην τους προσέξεις, να μη γίνουν κι εκείνοι ένα με το υπόλοιπο συχνοτικό περιεχόμενο, στέκοντας μακριά από το επίκεντρο και την παρεμβατικότητα που αυτή η θέση απαιτεί.

Σταματάω εδώ, όμως. Άλλωστε το ΔΠΔ δεν αφήνει πολύ χώρο για παράπονα. Κι εδώ που τα λέμε, δεν φταίνε οι Mechanimal αν ζουν και δημιουργούν σε έναν τόπο όπου η μουσική τους δεν μπορεί να έχει την υποδοχή και την ανάδραση που της αρμόζει, ώστε να μπορούν με τη σειρά τους να προχωρούν απρόσκοπτα. Τι να σου κάνει δηλαδή μια μπάντα, όσο ικανή κι αν είναι, από τη στιγμή που βρίσκει απέναντί της είτε στείρο χειροκρότημα, είτε σιωπή; Να είμαστε λογικοί, επομένως, όχι πλεονέκτες...

Κοιτώντας τέλος εκείνο το ΔΠΔ στο εξώφυλλο, εγώ βλέπω μια ζυγαριά. Και στο δικό μου ζύγισμα προκύπτει ένας καλός και ισορροπημένος δίσκος. Ένας δίσκος που κερδίζει με όσα ο ίδιος φέρει μέσα του, αλλά και εξαιτίας όσων (δεν) έχει να ανταγωνιστεί τριγύρω. Δεν ξέρω αν δικαιούμαστε, δεδομένων των συνθηκών που προανέφερα, να περιμένουμε από τους Mechanimal εκείνο το αριστούργημα που από το ντεμπούτο τους κιόλας έμοιαζαν να μας υπόσχονται, πάντως λέω να μην σταματήσουμε να ελπίζουμε.

{youtube}jBOmGrXDt14{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured