Διαβάζοντας περί των σπιτικών συνθηκών ηχογράφησης –το άλμπουμ ηχογραφήθηκε στο υπόγειο γκαράζ του Γιάννη aka King Elephant– ανακάλεσα μια παλαιότερη δήλωση του Παύλου Παυλίδη σχετικά με «πιτσιρικάδες που σήμερα φτιάχνουν στο σπίτι τους κάτι με το οποίο θα πάθουμε πλάκα αύριο», ειπωμένη σε εποχές όταν ούτε η περιλάλητη κρίση του ρεπερτορίου είχε βάλλει σε τέτοιο βαθμό τις ηχητικές προσλαμβάνουσες (και εν γένει τη βιομηχανία της μουσικής παραγωγής), μήτε τα τεχνολογικά μέσα είχαν καταστεί τόσο προσιτά, ούτως ώστε το D.I.Y. ήθος να τρεκλίσει από την αναγκαιότητα στο hype.

46 λεπτά και 15 δευτερόλεπτα μετά (πολλαπλασιασμένα με κάμποσες ακροάσεις), η «επάρατη νόσος» του ψευδεπίγραφου ντόρου από τους ταγούς του ντεμέκ opinion leading φαίνεται πως ξάκρισε και δεν βρήκε την ολόφρεσκη προσθήκη στην εσχάτως πολυσυλλεκτική και εκλεκτική φαρέτρα της πατρινής εταιρείας –μη αμελητέα ιδιότητα για μια μπάντα της οποίας το ακριβές του ηχητικού της στίγματος αψηφά τις αρχές της γραμμικότητας των genres και του προσδιορισμού/ιδρυματισμού.

Το θετικό και τίμιο της υπόθεσης Baby Guru, συνίσταται στην απτή καταγραφή των επιρροών τους, τόσο μέσα από τον ιστότοπό τους όσο και στη λαβυρινθοειδή προοπτική που (πρωτοεπίπεδα) αντικρίζεις στα μοτίβα και στα αραβουργήματα του εξωφύλλου και (μεθύστερα) στις 14 μουσικές ψηφίδες του «δικού» τους μωσαϊκού. Στο σημείο τήξης του avant garage συρφετού με α-λα-Suicide κατάληξη που φτύνει το “Perfect Make-Up” η «ύλη» τους λιώνει υπό τη θέρμη της πρώιμης Kraftwer-ικής electronica του "Navigation". Ζόρικα, μοτορικά μοτίβα, ορμώμενα από το kraut αλφαβητάρι των Neu! και εκκρίσεις μπουκωμένου θυμικού («..pull the echo out of my head», από το “Here Comes The Luliluri”) σέρνουν τον χορό για τις αγέρωχες γυροβολιές που, σχεδόν αβίαστα, προκαλεί η συγκοπτόμενη μελωδία του «βουνού και του λόγγου» στο δημοφιλές πια “Marilu”.

Το ακανόνιστο –αλλά όχι αχαρτογράφητο– και ελευθεριάζoν φορμά της συνθετικής των Baby Guru σχεδόν πουθενά δεν τέμνεται στον πρώτο και ομότιτλο δίσκο τους με την καθεστηκυία, «ορθόδοξη» μανιέρα των περισσότερων αγγλόφωνων σχημάτων της ημεδαπής. Ημιτελείς λούπες, jazz-οειδή drumming και tiki κρουστά σε οργανική συμπαιγνία με ξωτικά φωνητικά και κοσμική ψυχεδέλεια εμπνεύσεων αυθαιρεσίας τύπου «οι Flaming Lips φερμάρουν τη χνουδωτή, λαγουδίσια στολή στον Damo Suzuki και όλοι μαζί φεύγουν αγκαζέ για το πάρτι των Fujiya & Miyagi» δεν αποτελούν κοινό τόπο για την πολύφερνη ελληνική σκηνή. Αν στα ανωτέρω μπολιάσετε την –στα όρια της εμμονής– παρουσία afrobeat κρουστών σχεδόν παντού ή τη μερική σύλληψη της επωνυμίας της μπάντας από το “Ella Guru” του Captain Beefheart, βρισκόσαστε αντιμέτωποι με ένα ελαφρώς σχιζόθυμο υβρίδιο.

Επικίνδυνες συνέργιες, ισορροπισμοί καλλιτεχνών (ο χαρακτηρισμός στα σίγουρα τους πιστώνεται) οι οποίοι υπακούουν –ως υγιώς οφείλουν– μόνο στην εσωτερική τους φλόγα, σπουδαγμένο fusion ή τίποτα από όλα αυτά, σύμφωνα με το προσωπικό μου σύστημα αναφοράς ένα είναι βέβαιο: το τρίο των Baby Guru δεν αναπαράγει τις εμμονές του, δεν αναπλάθει μήτε εξελίσσει τις επιρροές του, ενώ δεν καταφέρνει να δικαιολογήσει την οργανική παρουσία κάποιων χτυπητά αδύναμων στιγμών του άλμπουμ.

Μολαταύτα, οι Obi Serotone, King Elephant και Sir Kosmiche (φαντάζομαι ουδόλως τυχαίο το τελευταίο moniker!) κόβουν το νήμα στο φινάλε διακριθέντες για έναν απλούστατο λόγο: τζαμάρουν τις μουσικές απολήξεις της προσωπικότητας και της αισθητικής τους εξπρεσιονιστικά και μινιμαλιστικά, τίμια και με περισσότερη γνώση της κουλτούρας που κουβαλούν οι ήρωές τους από όσο ίσως να προδιαθέτει το νεαρό της ηλικίας τους.    

  

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured