Μεγάλο θάρρος και εμπιστοσύνη στις δυνάμεις της διέκρινα στην αγνώστων λοιπών περγαμηνών (σε εμένα τουλάχιστον) Κριστέλλα Δημητρίου, αφού αποτόλμησε να συστηθεί ευρύτερα μελοποιώντας ποίηση της Σαπφούς και του Καβάφη. Ειδικά ποίηση του Καβάφη, ενός ποιητή που έχει αναδειχθεί σε εφιάλτη των συνθετών και έχει εκθέσει στο παρελθόν ακόμα και δημιουργούς της κλάσης του Μίκη Θεοδωράκη, του Δήμου Μούτση, του Θάνου Μικρούτσικου ή του Χρήστου Νικολόπουλου. Η προσπάθειά της συνολικά δεν θα έλεγα πως ήταν κακή. Υπήρξαν μάλιστα και στιγμές που κοίταξε κατάματα την πρόκληση, φανερώνοντας αν μη τι άλλο πως έχουμε να κάνουμε με μια αξιόλογη δημιουργό. Για μια σειρά όμως λόγων που θα αναλυθούν στη συνέχεια του κειμένου, το album που προέκυψε ήταν νομίζω αποτυχημένο. Ξεκινώντας από τη Σαπφώ, η Δημητρίου επέλεξε, προς τιμήν της, να κρατήσει τους αρχαίους ελληνικούς στίχους. Πράξη ορθή, που δεν ξέρω όμως αν θα ξενίσει τελικά το κοινό στο οποίο απευθύνεται, το οποίο γενικά δεν είναι μαθημένο να βγαίνει έξω από τις συνήθειες και τις ευκολίες του. Πόσο μάλλον όταν το timing της κυκλοφορίας δεν ήταν και το καλύτερο, μιας και μελοποιήσεις της Σαπφούς κατέθεσε πρόσφατα και ο Νίκος Ξυδάκης για λογαριασμό της Ελευθερίας Αρβανιτάκη, πράγμα που αναπόφευκτα οδηγεί σε συγκρίσεις. Η μελωδική οδός που διάλεξε η συνθέτης για να προσεγγίσει τη Σαπφώ χρησιμοποίησε μια ποικιλία οργάνων (κιθάρες, βιολιά, φλογέρες, άρπα, κλαρινέτο, κοντραμπάσο μεταξύ άλλων), ενώ τις ερμηνείες ανέλαβαν η ίδια και η Λιζέτα Καλημέρη. Το αποτέλεσμα ήταν πιστεύω άνισο. Οι μελωδίες υπήρξαν στατικές για τα δεδομένα μιας ποιήτριας οι λέξεις της οποίας πάλλονται από ένα αεικίνητο θαρρείς πάθος, ενώ οι ερμηνείες υστέρησαν κι αυτές σε κάποια καίρια σημεία. Πιο συγκεκριμένα, η Καλημέρη «έπιασε» μεν την αμεσότητα της Σαπφούς την οποία απέδωσε πετυχημένα στην περίπτωση ας πούμε του “Έρος” ή του “Άδωνις”, της διέφυγε όμως νομίζω ο ερωτισμός της μεγάλης ποιήτριας, για τον οποίον δεν βρήκε το κατάλληλο εκφραστικό μονοπάτι. Για παράδειγμα, στο “Όνοιρε Μέλαινα” κατέφυγε στην εμπειρία της από την «έντεχνη» δισκογραφία, δίνοντας ένα πιο «ανατολίτικο» χρώμα από όσο νομίζω πως ταίριαζε στο συγκεκριμένο ποίημα. Η δε Δημητρίου τραγούδησε μεν σωστά και δίχως να της λείπουν τεχνικά οι δυνατότητες, υστέρησε όμως σε εκφραστικότητα, ενώ επιπλέον επέλεξε μια εξοργιστικά βυζαντινοπρεπή προσέγγιση για το “Γλύκηα Μάτερ”, ξένη προς το ύφος του. Αν πάντως από τη μελοποίηση της Σαπφούς προέκυψαν άνισα αποτελέσματα, αυτή του Καβάφη αναδείχθηκε σε Βατερλώ του album. Μερίδιο ευθύνης για αυτό έχει βέβαια πρωτίστως η ίδια η συνθέτρια, αλλά και ο ερμηνευτής που διάλεξε, ο Σπύρος Σακκάς. Βέβαια ο Σακκάς δεν είναι όποιος και όποιος και έχει συχνά δοκιμαστεί με επιτυχία σε απαιτητικούς τομείς. Εδώ όμως υπήρξε απρόσμενα μονοκόμματος και με μια περιττή ροπή προς το μελόδραμα, μια ιδιότητα που διόλου δεν χαρακτηρίζει τον Καβάφη και την ποίησή του, αφού, ακόμα και όταν οι ήρωές του ηττώνται αναμετρούμενοι με τα πάθη τους (όπως στο “Ομνύει”) αυτό γίνεται δίχως την παραμικρή διολίσθηση προς το μίζερο. Παρά έτσι το ότι η Δημητρίου έγραψε σε σημεία ωραία μουσική, ειδικά για τον “Πολυέλαιο” και το “Ομνύει”, ο Σακκάς έχασε την επαφή με τις εκφραστικές «γωνίες» των ποιημάτων και αποξενώθηκε από τον συναισθηματικό πλούτο των λέξεων - απόσταση που, ειδικά όταν μιλάμε για μελοποίηση Καβάφη, αποβαίνει μοιραία, με χαρακτηριστικά παραδείγματα το “Για Νάρθουν” και το “Ομνύει”. Αυτό δε που τελικά ανέτρεψε εντελώς την ισορροπία τρόμου που επικρατούσε στο album, ήταν η μελοποίηση του “Επήγα”. Τι δουλειά αλήθεια μπορεί να έχει όλη αυτή η κλάψα που ακούμε με ένα ποίημα που γιορτάζει μια στάση ζωής απόλυτα ταιριαστή στους «ανδρείους της ηδονής», όσους μπορεί μεν να αναπολούν με κάποια νοσταλγία το κυνήγι των απολαύσεων στις οποίες επιδόθηκαν, το κάνουν όμως σαφώς με την ικανοποίηση του νικητή, μην έχοντας έτσι τίποτα να θρηνήσουν; Με αυτά και με αυτά προέκυψε έτσι ένα πολύ άνισο και σε σημεία αυτοκαταστροφικό album. Από το οποίο είναι αλήθεια πως δεν έλειψαν και κάποιες αρετές, ακόμα όμως και αυτές είτε στρίψανε σε αδιέξοδους δρόμους, είτε αποπειράθηκαν να φάνε μπουκιές μεγαλύτερες από τη χωρητικότητα του στόματός τους.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured